ἔφυσαν

ἔφυσαν
ἔφῡσαν , ἐφύω
rain upon
aor ind act 3rd pl (homeric ionic)
ἔφῡσαν , φύω
bring forth
aor ind act 3rd pl
ἔφῡσαν , φύω
bring forth
aor ind act 3rd pl
φύζω
aor ind act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πόθεν — ΝΜΑ, και ιων. τ. κόθεν, Α επίρρ. νεοελλ. φρ. «πόθεν έσχες» δημόσιος κοινωνικός έλεγχος αξιωματούχου που διαχειρίστηκε δημόσιο χρήμα ή καθενός που πλούτισε ξαφνικά χωρίς εμφανείς πόρους αρχ. 1. από ποιο τόπο, από πού; (α. «εἰρώτα δὴ ἔπειτα, τίς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”